Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2013

ΑΣΗΜΑΝΤΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ


Να αρχίσω να μιλώ για τα ασήμαντα, για τα ανούσια
πόσο το θέλω, είπα στο κουρασμένο μου μυαλό.
Μερικούς πρωινούς καφέδες γυναικών πως τους ζηλεύω όταν εγώ την ίδια ώρα κάπου αλλού πουλάω και αγοράζω.
Πως φτιάχνεις ένα φαγητό, δοσολογίες, συνταγές και ουσίες
σημασία τεράστια έχουν άλλωστε οι σωστές δοσολογίες.
(Πάντα τα είχα όλα στο πολύ και όλα στο λίγο).
Πως ράβεις ένα κουμπί που ξηλώθηκε και ένα δύσκολο λεκέ
πως τον εξαφανίζεις… Και ο ήλιος έχει ανέβει πια ψηλά μα εσύ τον έχασες.
 Έφυγες νύχτα για δουλειά..

Και κρέμεσαι από τα χείλη, από τις ανούσιες λέξεις, τις ανούσιες φράσεις
και εξηγείς γιατί όταν στρίβεις τον καπνό πρέπει  λίγο να πιέζεις στη κορφή  το
τσιγάρο σου, να κόβεις τα παραπανίσια να μη καείς, να μη κάψεις τα ρούχα σου.
Μα σαν αρχίσεις να μιλάς για τ’ ασήμαντα και τα παραπανίσια
μαθαίνεις να προσέχεις τα σημαντικά.
Μαθαίνεις να προσέχεις, να μη καίγεσαι, να μη κόβεσαι να μην αποτυγχάνεις.
Προπάντων να μην αποτυγχάνεις.
 Έχουν βάλει όλοι σκοπό τη ζωή σου σημαντική να κάνουν.
Όλα είναι θέμα αναλογίας. Και πάντα ψάχνεις τον άγνωστο Χ.
Μα η ζωή θέλει και λίγο ασήμαντο και ανέμελο αέρα.
Στην ανηφόρα τη μεγάλη, κάτω απ’ τη κάψα τη βαριά του ήλιου
στο διάλλειμα της μάχης, μη διστάσεις να ρωτήσεις πως γελάει ένα αηδόνι
πόσο νερό χρειάζεται μια λεμονιά που μόλις φύτεψες ή πως κόβεις στα τέσσερα
μια φέτα ψωμί. Εδώ ο τόνος πέφτει στο «τέσσερα» εν μέσω μιας εποχής δυαδικής και διχασμένης.

Δε θέλω μια ακόμα μέρα να ασχοληθώ με τα επείγοντα και τα σημαντικά
μα θέλω να χιονίσει και να κλειστώ στο σπίτι, να πίνω τον ανούσιο καφέ μου
και να χάνομαι χωρίς σκέψεις πίσω απ’ τις κουρτίνες
προστατευμένη απ’ τις νιφάδες, γοητευμένη απ’ τις νιφάδες.
Γι αυτά αγωνιζόμαστε και ας μη μας θυμάται καν η υποψία.
Για να μπορώ ανέμελα και ανούσια ν’ αγχώνομαι με ένα μικρό παιδί μαζί
που να ναι άραγε τώρα εκείνη η ρόδα που χάσαμε από το πλαστικό παιχνίδι του.
Και να ναι μόνο αυτή η μόνη έγνοια…
Ασήμαντη; Ίσως… Μονάχα γι αυτούς που ξέχασαν.