Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2014

Τίτος Πατρίκιος, Τα αντικλείδια



Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν
τίποτα και προσπερνούνε. Όμως μερικοί
κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι
και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.
Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς
δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί.
Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει. Ακόμη
και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια
γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν.
Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.
Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ
για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.
Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν
από τότε που υπάρχει ο κόσμος
είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια
για ν' ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.

Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή

Η ΑΒΑΣΤΑΧΤΗ ΕΛΑΦΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΥΛΗΣ




Δε φτάνει που ήσουν από μόνη σου τόσο βαριά
έπρεπε να κουβαλώ και όλη αυτήν την ύλη
σα δεμένα άδεια τενεκεδάκια σε μια φουριόζικα  μηχανή.
Κουφός θόρυβος που σε ξεκουφαίνει.
Και όταν οι ώρες περνούν από πάνω μου σαν οδοστρωτήρες
κρατιέμαι από μπρίκια και κατσαρολικά σα τη μεγαλοκυρία του Σεληνόφωτος..
Αγγίζω τα μοσχομύριστα σεντόνια της μαμάς
τα πλεγμένα με κόπο πετσετάκια της γιαγιάς
και είναι όλοι εκεί μαζεμένοι πάλι στο σαλόνι μου.
Και σε κάθε φυγή κουβαλώ και κείνο ακόμα το αναλώσιμο αποσμητικό χώρου.
 Ξεθύμανε το άρωμα του μα δε λέω να το πετάξω.
Διπλώνω ξεδιπλώνω τις πετσέτες να νιώσουν άνετα και αυτές.
Και οι κορνίζες πάντα μια άλλη θέα αντικρίζουν
μα δε με κατηγορούν.
Όχι σαν εσένα που βαρέθηκες στη θέα μου.
Δε φτάνει που ήσουν τόσο βαριά μοναξιά από μόνη σου
έπρεπε να φορτωθώ και όλα αυτά τα βιβλία.
Γνώση που ταξιδεύει και γίνεται σοφότερη παραμένοντας στη σκόνη
Η σε κάποια κούτα κλειστή.
Έχω γεμίσει στυλό  σε όλα τα χρώματα στις μολυβοθήκες της ψυχής μου
και μόνο έναν χρησιμοποιώ.. τους άλλους τι τους θέλω;
Μόνο να φορτώνομαι..
Ήμουν τριών χρονών όταν για πρώτη φορά σε αντίκρισα μοναξιά
σε ένα θάλαμο νοσοκομείου φορτώθηκα για πρώτη φορά τη μικρή περιουσία μου
μην την αρπάξουν μεγαλύτερα παιδιά.
Ήταν η εποχή της αθώας κλοπής
τώρα όλοι κλέβουν ύπουλα..
Μόνο να κρεμιέμαι από κάτι…
Και τι σημασία έχει αν οι άνθρωποι εκλείπουν κάποτε.
Πάντα θα υπάρχουν πράματα να κρεμαστείς
ακόμα και αν επιλέξεις να κρεμαστείς από ένα πολύφωτο.
Και την ύστατη στιγμή τα πράματα δε θα σε εγκαταλείψουν..
Ένα σκοινί θα βρεθεί και μία καρέκλα
ένα μαχαίρι
ή  ένα χάπι..
Εκδικούμενα την ασημαντότητα τους
θα εμφανισθούν μια μέρα μπροστά σου σα μοιραία  λύση..
 Ο άνθρωπος λένε είναι το μέτρο όλων των πραγμάτων.
εγώ λέω  τα πράγματα είναι το μέτρο του ανθρώπου.
Σήμερα που η ποσότητα μας έγινε βάρος
και που ένα όμορφο χρωματιστό χαλί εξ Ανατολάς
σκεπάζει έντεχνα το βρώμικο πάτωμα της ψυχής μου.
Σήμερα που μερικά ψεύτικα λουλούδια στο βάζο ξεγελούν τη μοναξιά..