Απογυμνώσαμε τις λέξεις από τη δυναμική τους έννοια και φτωχύναμε τον λεκτικό- εννοιολογικό μας ορίζοντα. Και βέβαια, τούτο το αμάρτημα δεν έμεινε μονάχα στα χαρτιά ή μέσα από τα δόντια. Επηρέασε τον Λόγο ως σκέψη και τον τρόπο, κατά συνέπεια, που αντιμετωπίζουμε τον κόσμο και τα πράματα. Ο σοφός λαός μας, παραδείγματος χάριν, σπάνια έπεφτε έξω στις λαϊκές του ρήσεις μολονότι στον κανόνα υπάρχει πάντα η εξαίρεση, τις περισσότερες φορές που θεωρούμε ότι το «λαϊκό» δεν είναι πάντα αληθινό, επρόκειτο για τραγική παρεξήγηση εννοιών. Το « δείξε μου τον φίλο σου να σου πω ποιος είσαι» θεωρούμε πως δεν ισχύει πάντα γιατί τις περισσότερες φορές διαφέρουμε ριζικά από τους ανθρώπους που κάνουμε παρέα. Φυσικό και αναμενόμενο, εφόσον σήμερα μπορεί κανείς να έχει 5000 φίλους στο διαδίκτυο, άλλους 500 γνωστούς, μία μεγάλη παρέα για να βγαίνει να διασκεδάζει και κανέναν φίλο. Όταν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι και ο λαός μας μιλούσε όμως για φιλία, αναφερόταν σε εκείνη τη στενή σχέση ζωής όπου ο φίλος είναι μοναδικός, όπως είναι ο ερωτικός σύντροφος, και έχει επιλεγεί ανάμεσα σε τόσους άλλους για το ίδιον του χαρακτήρα του και γιατί επιβάλλεται τις περισσότερες φορές να μας συνδέει μαζί του ταύτιση ενδιαφερόντων, απόψεων ή έστω μία δυνατή καρδιακή σχέση. Σε ένα κόσμο καθαρά υλιστικό, εγωιστικό, χωρίς υπομονή όπου ο καθένας πια έχει «νεύρα» και τα ξεσπάει όπου θέλει είναι επίσης σκάνδαλο το «Η καλή νοικοκυρά, είναι δούλα και κυρά.» Είναι όμως δύσκολο πολύ να είσαι ταυτόχρονα δούλα και κυρά γιατί αυτό σημαίνει ότι έχεις βρει τη χρυσή τομή στις σχέσεις σου και βέβαια δεν αντιμετωπίζεις τις λέξεις αυτές και τις έννοιες που κουβαλάνε υποτιμητικά. Μεγάλο κεφάλαιο βέβαια αυτό αλλά οι παλιές γυναίκες ήξεραν από αξιοπρέπεια και σεβασμό και αυτό που ο άλλοι ονόμαζαν δουλικότητα για εκείνες ήταν απλά ανιδιοτελής αγάπη. Διάβαζα κάπου πρόσφατα, σε ένα από αυτά τα φθηνά περιοδικά του συρμού και του κομμωτηρίου καθώς περίμενα να ρθει η σειρά μου, ένα άρθρο μιας κυρίας που προφανώς είναι φανατική υποστηρίκτρια της Νέας Τάξης πραγμάτων, για την επιστροφή στον καθωσπρεπισμό της ελληνικής κοινωνίας και στον συντηρητισμό αλλά βέβαια αγνοεί και συγχέει έννοιες καθαρές με καρικατούρες πάλι του συρμού η εν λόγω κυρία. Αναφέρει λοιπόν, πως έγιναν της μόδας οι μακριές φούστες και οι ψηλοί γιακάδες, οι vintage διακοσμήσεις, οι γκέι δεν αγωνίζονται πλέον για τα δικαιώματα τους, οι νέοι επιστρέφουν στις παλιές αξίες και γενικά ότι το «παρωχημένο τρίπτυχο πατρίς θρησκεία οικογένεια»- άκουσον άκουσον- επιστρέφει πάλι από κάποιο ξεχασμένο συρτάρι της ιστορίας. Όπως έχω ξαναγράψει και παλαιότερα, άλλο πράμα είναι η παράδοση και η δημιουργική αξιοποίηση του παρελθόντος και άλλο ο στείρος συντηρητισμός και η διελκυστίνδα παράδοσης- συντηρητισμού ήταν πάντα το μεγάλο φιλοσοφικό πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας στην προσπάθεια της να εξευρωπαϊστεί. Πέρασαν τόσες δεκαετίες αγωνιώδους προσπάθειας να φτάσουμε καταϊδρωμένοι το Δυτικό κόσμο, φάγαμε τόσες πολιτισμικές σφαλιάρες και παρ όλα αυτά ούτε μια στιγμή δε σκύψαμε πάνω από τη ζωντανή παράδοση μας, από τη ζωντανή ψυχή μας και τα μνημεία της να βρούμε την αλήθεια των αξιών μας. Αν σήμερα το Πατρίς Θρησκεία Οικογένεια , όχι βέβαια με την ψευδή ερμηνεία του τυφλού εθνικισμού, υπό την οπτική των ιστορικών «σωσιβίων» είναι ένα παρωχημένο σχήμα, τότε βέβαια μας αξίζει απόλυτα ότι περνάμε για να μη πω ότι είναι και λίγο. Και αν η σημασία τους ήταν βέβαια τόσο αμελητέα, δεν θα γινόταν όλες αυτές οι παγκόσμιες προσπάθειες, οι κεκαλυμμένες από οικονομικά κίνητρα, για την βαθμιαία κατάργηση τους. E.T (απόσπασμα από το "Λαικές Ρήσεις"
Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2013
ΑΣΩΤΟΥ 11
Δεν ακυρώθηκε ποτέ καμιά αμαρτία μου.
Όλα πήγαιναν πάντα κατ’ ευχή
από το καλό στο χειρότερο
από το πιθανό στο σίγουρο χωρίς εμπόδια στο γκρεμό
χωρίς κλαδιά και εξογκώματα και ότι μπορεί να κόψει τη φόρα
στο απίθανο όνειρο που σε παρέσερνε σε ένα ακόμη αδιέξοδο..
Το Σύμπαν συνωμοτούσε μόνο για μικρές στιγμές
για μικρές χάρες για φθηνά αισθήματα ακριβά πληρωμένα
και η ζωή στη τύχη
της αφημένη να χαμογελά ανυποψίαστη.
Καμία ματαίωση. Όλα πρέπει να τα ζήσεις ως το τελευταίο
γραμμάριο πόνου
να μη χρωστάς κάρμα σε άλλη ζωή να μην νιώθεις ενοχές
στους τελευταίους κριτές του κόσμου. Να μη διαφέρεις.
Κανένα κύτταρο του μυαλού μου δε στάθηκε παρθένο, μακάριο σε
νιρβάνα
αβούτηχτο στο κρασί
της προδοσίας..
Έτσι μπορώ επιτέλους να αποκτώ δικαιώματα στο συνδικαλισμό
των κολασμένων
και όταν κοιμάμαι μονάχα σαν ανάπαυλα από τον κόσμο των
φαύλων σκέψεων
να ξαναγυρνώ σε κείνο το όνειρο σε κείνο το σκοτεινό στενό
κάθε φορά..
Στην Ασώτου 11 σε κείνο το σπίτι που λες και αν άνοιγε η
πόρτα θα γκρεμιζόταν.
Δεν υπήρχαν περαστικοί μα εγώ ντρεπόμουν να μπω.. ντρεπόμουν
τα σκυλιά.
Οι τοίχοι γεμάτοι συνθήματα επαναστατικά που έσβηναν κάθε
που επέστρεφα
λες και κάποιος ήθελε
πάντα να εξαφανίσει το πέρασμα μας..
Μα υπήρχε μια παλιά σκάλα που σταματούσε στο κενό
κομμένη στα δύο δεν ανέβαινε ποτέ.. μόνο κατέβαινε.
Ήταν η μόνη απόδειξη της πτώσης μας. Μπήκα στο σωστό σπίτι.
«… Δε μπορούμε να εμποδίσουμε τη δυστυχία. Αυτόν ή εκείνον τον πόνο, ναι, αλλά όχι τον Πόνο. Μια κοινωνία μπορεί να καταργήσει μόνο την κοινωνική δυστυχία- την άχρηστη δυστυχία. Η υπόλοιπη εξακολουθεί να υπάρχει. Είναι η ρίζα, η πραγματικότητα. Όλοι μας εδώ θα γνωρίσουμε τη λύπη αν ζήσουμε πενήντα χρόνια, θα είναι πενήντα χρόνια λύπης. Υπάρχουν στιγμές που με πιάνει τρόμος… η ευτυχία φαίνεται φευγαλέα. Κι ωστόσο, αναρωτιέμαι αν όλα αυτά δεν είναι μία παρεξήγηση… αυτό το κυνήγι της ευτυχίας, αυτός ο φόβος του πόνου… Αν αντί να τον φοβάμαι και να τον αποφεύγω… αν μπορούσα να τον διασχίσω… να τον ξεπεράσω… υπάρχει κάτι πέρα απ τον πόνο. Αυτό που υποφέρει είναι το Εγώ, αλλά υπάρχει ένα σημείο που το Εγώ σταματάει. Δεν ξέρω πώς να το πω. Αλλά νομίζω ότι η πραγματικότητα, η αλήθεια που αναγνωρίζω στη δυστυχία κι όχι στην άνεση και την ευτυχία- ότι η πραγματικότητα του πόνου δεν είναι πόνος. Αν μπορέσεις να την ξεπεράσεις. Αν μπορέσεις να την αντέξεις μέχρι το τέλος. Πραγματικότητα της ζωής μας είναι η αγάπη. Η αγάπη είναι η αληθινή συνθήκη της ζωής μας…» Ο ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΚΟΣΜΩΝ, Ursula K.Le guin
φεύγει κουνώντας νωχελικά το χρυσό φόρεμα της Βερενίκης
στα πανώρια παλάτια του Ήλιου…
Ο έρωτας στην Αλεξάνδρεια… Πώς να ναι άραγε;
Χιλιάδες χρόνια πριν κρύψαμε τα
στεφάνια των πρώτων μας όρκων
σε κάποια έρημο του Νείλου. Και όσοι αέρηδες και αν σηκώθηκαν κανένας
φιλόδοξος τυχοδιώκτης ή ονειροπόλος
αλχημιστής δε τα φέρε στο φως..
Μπορεί και να ταν καλύτερα. Θα
ξέραμε τώρα τι κάρμα εκπληρώνουμε.. Ή πόσο έξω πέσαμε.
Οι
χρησμοί επαληθεύτηκαν τώρα. Κάθισε η καρδιά μου στον ολόχρυσο θρόνο που της
έστησες, ενώ τα ποταμόπλοια σε έφερναν κοντά μου. Η φωνή σου μια όαση στην
έρημο των ουρλιαχτών και το φιλί σου μπαχάρι στην άνοστη ζωή μου. Μαζί να
πάρουμε ξανά το δρόμο των καραβανιών.
Ο έρωτας στην Αλεξάνδρεια δεν έχει τη γεύση των
θαλασσοδαρμένων, αλλά κινείται νωχελικά κάτω από το τελευταίο λιοπύρι της
μέρας, σέρνοντας τα ξεσκισμένα άλλοτε αυτοκρατορικά μεταξωτά του ιμάτια, στα
παλάτια των βασιλιάδων, των ποιητών, των κολασμένων.. Λες και ακόμα ζητιανεύει
κάτι από το χαμένο μεγαλείο να ντύσει τα καραβάνια των ερωτευμένων επισκεπτών
του
Θα βρεθούμε, έχε μου εμπιστοσύνη σε ένα μακρινό μέλλον
στο πιο τρελό μου όνειρο σε ένα από τα καραβάνια της
να μετρούμε τις ανύπαρχτες σκιές των πυραμίδων.
Να μετρούμε τους κόκκους άμμου στο πιο παράξενο
θησαυροφυλάκιο του κόσμου.
Οι καιροί θα αλλάζουν πάνω από τα ιδρωμένα μέτωπα και στις
πόλεις του κόσμου
ακόμα θα τρέχουν οι άνθρωποι να προφτάσουν μια ματαιότητα.
Μα εκεί, εγώ και συ, θα περπατάμε με τον ρυθμό που αιώνες
τώρα πετούν τα πουλιά
ανάμεσα από τα στενά της Αλεξάνδρειας…
Με τον ρυθμό που αιώνες τώρα καθορίζει τη μοίρα του κόσμου
ερήμην της αντίληψης μας.
Ανάλαφρα, σαν μόλις να ακουμπάς
τα αλαβάστρινα πόδια
σου σ’ένα πουπουλένιο πάπλωμα.
Τα βράδια θα κοιμόμαστε με ανοιχτά παράθυρα, ανοιχτές
κουρτίνες
κάτω από έναν ανοιχτό ουρανό.
Εκεί στο μοναδικό μέρος του πλανήτη όπου τ’αστέρια σου
μιλάνε
ή μάλλον που μπορείς να τα ακούς στη μόνη γλώσσα που
γνωρίζουν…
Αυτή της Αλεξάνδρειας…
Σαν μανιακές, τρελαμένες οι αισθήσεις σου
θα δραπετεύσουν από τη φυλακή του καθωσπρέπει πολιτισμού σου
της προγραμματισμένης σου ζωής για να ξεχυθούν
στο ανεξέλεγκτο παζάρι των ερεθισμάτων.
Οσφραίνεσαι και νομίζεις αγγίζεις.
Ατενίζεις και νομίζεις ακούς.
Νιώθεις, νιώθεις…
Ό,τι αγγίζω εκεί είναι άμμος.
Μπορώ να πλάσω ό,τι όνειρο θελήσω.
Μα το βράδυ σαν κλείσουν τα κουρασμένα βλέφαρα έχω την
αίσθηση ότι
όλη η πόλη βυθίζεται στην έρημο, επιστρέφει στη Μάνα-Γη
για να αναγεννηθεί με το πρώτο φως της ημέρας.
Γι αυτό σου λέω
Πλάσε ό,τι σκεφτείς.
Η μαγεία της Αλεξάνδρειας είναι ανεξάντλητη.
Ο έρωτας την Αλεξάνδρεια παίρνει το δρόμο των καραβανιών…
Σάββατο 8 Ιουνίου 2013
Στο
αποστακτήριο της ζωής μας υπάρχει ένα πολύτιμο άρωμα
Ένας χυμός
διάφανος που σαν στάξει στις κόγχες των ματιών μας
Όλα είναι
καθαρός ουρανός. Πέπλα διάφανα σηκώνονται.
Η απλότητα…
Το καθαρό
απόσταγμα της επεξεργασμένης σοφίας
Της
χιλιοστημένης κακίας
Των
ανακατεμένων, μπερδεμένων μας λόγων.
Η πρώτη
σταγόνα που κυλάει από τη ξαφνική μπόρα στο διψασμένο φύλλο
Η φύση εδώ
και αιώνες γνωρίζει πως να ντύνεται το πολύμορφο φορεμά της με απλότητα
πως μέσα
από την τις ίδιες και τις ίδιες μορφές της τίποτα δεν είναι ίδιο με το διπλανό.
Γιατί εκεί
επεμβαίνει η σοφία της απλότητας...
Τα παιδιά
ξέρουν τι μας ζητάνε όταν απλώνουν τα χέρια τους ικετευτικά
και οι
περίτεχνοι λόγοι δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν.
Απλά να
ζεις, απλά να αγαπάς μόνο όταν στο νου σου λάμψει η φλόγα από τη τριβή
του
γραναζιού της σκέψης. Όχι, δεν λέω ότι είναι εύκολο.