Κυριακή 30 Ιουνίου 2019

ΒΙΣΛΑΒΑ ΣΙΜΠΟΡΣΚΑ, ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ


Τίποτα δεν μπορεί ποτέ να συμβεί δύο φορές
Αποτέλεσμα, το θλιβερό γεγονός
ότι φτάνουμε εδώ απροετοίμαστοι
και φεύγουμε χωρίς τη δυνατότητα ν’ αποχτήσουμε πείρα.
Ακόμα κι αν δεν υπάρχει κανένας περισσότερο αδαής,
κι αν είσαι ο χειρότερος μαθητής του πλανήτη,
δεν μπορείς να επαναλάβεις την τάξη το καλοκαίρι:
αυτή η σειρά μαθημάτων προσφέρεται μόνο μια φορά.
Καμιά μέρα δεν αντιγράφει την προηγούμενη,
δυο νύχτες δεν θα διδάξουν τι είναι ευδαιμονία
με τον ίδιο τρόπο επακριβώς,
και ούτε ακριβώς με τα ίδια φιλιά.
Μια μέρα, ίσως κάποια επιπόλαια γλώσσα
αναφέρει τ’ όνομα σου τυχαία:
Έχω την αίσθηση σαν να εκσφεντονίστηκε ένα ρόδο
μέσα στο δωμάτιο, όλο χρώμα κι ευωδιά.
Την άλλη μέρα αν και είσαι εδώ μαζί μου,
δεν μπορώ ν’ αποφύγω να κοιτάζω το ρολόι του τοίχου:
Ένα ρόδο; ένα ρόδο; Τι μπορούσε να είναι εκείνο;
Ένα λουλούδι ή ένας βράχος;
Γιατί πρέπει να θεωρούμε τη μέρα που φεύγει
με τόσο πολύ άχρηστο φόβο και θλίψη;
Είναι μέσα στη φύση της να μη στέκεται:
Το σήμερα φεύγει πάντα στο αύριο.
Προτιμώ να ψάχνουμε με χαμόγελα και φιλιά
αρμονία κάτω από τ’ άστρα μας,
μόλο που είμαστε διαφορετικοί (είμαστε σύμφωνοι)
ακριβώς όπως είναι δυο σταγόνες νερού.

Τίποτα δεν είναι δώρο
Τίποτα δεν είναι δώρο, όλα βασίζονται στο δάνειο.
Πνίγομαι στα χρέη ως στ’ αυτιά μου.
Θα πρέπει να πληρώσω για τον εαυτό μου
με τον εαυτό μου,
να παραιτηθώ απ’ τη ζωή μου για τη ζωή μου.
Να πως έχουν κανονίσει τη συμφωνία:
μπορώ να επανακτήσω την καρδιά,
το συκώτι επίσης
και το κάθε μου δάχτυλο στο χέρι και στο πόδι.
Πολύ αργά για ν’ ακυρώσω τους όρους,
τα χρέη μου θα ξεπληρωθούν
και θα με γδύσουν απ’ το δέρμα μου
ή, για την ακρίβεια, θα με γδάρουν.
Κυκλοφορώ στον πλανήτη μας
σ’ έναν συνωστισμό από άλλους χρεώστες.
Μερικοί είναι σαμαρωμένοι το φορτίο
της εξόφλησης για τις φτερούγες τους.
Άλλοι, θέλοντας και μη,
έχουν να δώσουν λογαριασμό
για το κάθε φύλλο τους.
Κάθε ιστός μέσα μας βρίσκεται
στη στήλη της χρέωσης.
Ούτε ένα πλοκάμι ή ένα βλαστάρι
πρόκειται να διατηρηθεί.
Η απογραφή, μ’ άπειρες λεπτομέρειες,
υποδηλώνει ότι θ’ απομείνουμε
όχι μόνο μ’ άδεια χέρια
αλλά ακόμα και χωρίς χέρια.
Δεν μπορώ να θυμηθώ
που, πότε και γιατί
επέτρεψα σε κάποιον ν’ ανοίξει
αυτόν τον λογαριασμό στ’ όνομα μου.
Αποκαλούμε τη διαμαρτυρία για όλ’ αυτά
ψυχή.
Και είναι το μόνο κονδύλι
που απουσιάζει απ’ τη λίστα.


Και οι δυο πιστεύουν ακράδαντα
ότι τους ένωσε ένα ξαφνικό πάθος.
Ωραία είναι μια τέτοια βεβαιότητα
όμως η αβεβαιότητα είναι ακόμα πιο ωραία.
Αφού δεν έτυχε ποτέ να συναντηθούν νωρίτερα
είναι σίγουροι
πως τίποτα δεν έχει συμβεί ανάμεσά τους.


Ομως τι έχουν να πουν γι' αυτό οι δρόμοι, οι σκάλες,

οι διάδρομοι - 
μήπως έχουν προσπεράσει εκεί ο ένας
τον άλλον ένα εκατομμύριο φορές;
Θέλω να τους ρωτήσω
μήπως δεν θυμούνται -
μια στιγμή τους πρόσωπο με πρόσωπο
σε κάποια περιστρεφόμενη πόρτα;

Ισως μια «συγγνώμη» που ψέλλισαν μέσα στο πλήθος;

Ενα κοφτό «λάθος νούμερο» που πρόφτασαν στο ακουστικό;
Ομως εγώ ξέρω την απάντησή τους.
Οχι, δεν θυμούνται.
Θα έμεναν τώρα κατάπληκτοι να ακούσουν
ότι η Σύμπτωση έπαιζε παιχνίδια μαζί τους
εδώ και χρόνια.
Oχι ολότελα έτοιμη ακόμα 
να γίνει το Πεπρωμένο τους
τους έσπρωχνε τον ένα δίπλα στον άλλο
μετά ξεμάκραινε τον έναν απ' τον άλλο,
έφραζε το μονοπάτι τους
καταπνίγοντας ένα χαμόγελο,
και μετά παραμέριζε αναπηδώντας.

Υπήρξαν σημάδια και σινιάλα,

ακόμα κι αν δεν μπορούσαν να τα διαβάσουν
από τότε.
Ισως τρία χρόνια νωρίτερα
ή μόλις την περασμένη Τρίτη,
μήπως κάποιο φύλλο φτερούγισε
απ' τον έναν ώμο στον άλλον;

Κάτι έπεσε τότε και το μάζεψαν.

Ποιος ξέρει, μήπως η μπάλα που χάθηκε
μες στις λόχμες της παιδικής μας ηλικίας;
Υπήρξαν ρόπτρα και κουδούνια στις πόρτες
όπου ένα άγγιγμα είχε σκεπάσει
ένα άλλο από τα πριν.
Υπήρξαν βαλίτσες τσεκαρισμένες πλάι πλάι
στις αποσκευές.

Μια νύχτα, ίσως, είδαν το ίδιο όνειρο

που θόλωσε στο πρωινό.

Κάθε αρχή

είναι τελικά μόνο ένα επακόλουθο
και το βιβλίο των συμβάντων
μένει πάντοτε μισάνοιχτο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου