Πέμπτη 5 Απριλίου 2018

Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ

Σήμερα "ξέθαψα" ένα υποψήφιο άρθρο μου για το περιοδικό Patria, πριν μερικά χρόνια...



Ο άνθρωπος, η ουσία του και ο προορισμός του απασχόλησαν και απασχολούν πάντοτε τις διάφορες επιστήμες και θρησκείες αλλά και την τέχνη γενικότερα. Οι ερμηνείες που δόθηκαν κατά καιρούς και τα ανθρωπιστικά ιδεώδη που επικράτησαν διαφέρουν και ποικίλουν εκτός από ένα σημείο σύγκλισης, ότι οι περισσότερες αν όχι όλες ερμηνευτικές απόπειρες( από την επιστήμη, τη φιλοσοφία, την τέχνη κ.α..) περιόρισαν το σκοπό και την προοπτική του ανθρώπου στο ενδοκοσμικό πλαίσιο και στη παρούσα βιολογική του ύπαρξη.
Από την άλλη πλευρά, η ανθρωπολογία  της Ορθόδοξης Εκλλησίας και κατ’ επέκταση των μεγάλων Πατέρων, έχει ως αφετηρία της τη μελέτη του ανθρώπου όχι τόσο στο Είναι του αλλά στο εν δυνάμει του. Η αλήθεια του ανθρώπου βρίσκεται όχι σε αυτό που είναι στη παρούσα επίγεια διαδρομή του αλλά σε Εκείνο που καλείται να γίνει στο τέλος της Ιστορίας.
Ο λόγος για τον άνθρωπο ανδρώνεται υπό το φως της Ενανθρωπήσεως του Θεού και αναπτύσσεται έχοντας ως πρότυπο πάντα τη θεανδρική υπόσταση του Ιησού Χριστού. Τα κύρια χαρακτηριστικά αυτής της ανθρωπολογίας είναι η δυναμική της που εντοπίζεται στο σκοπό του ανθρώπου, είναι η ελευθερία-βασικό συστατικό του ανθρωπίνου προσώπου- , όπως και η κοινωνική διάσταση διότι ο άνθρωπος προϋποθέτει τον άνθρωπο και το αυθεντικό πρόσωπο είναι τελικά  αυτό που υπάρχει εν κοινωνία που είναι εκστατικό και όχι στατικό ον, και βέβαια ο τελικός σκοπός όπως είπαμε της πορείας του ανθρώπου που δεν είναι άλλος από τη θέωση. Όταν τα κοσμικά ανθρωπιστικά ιδεώδη περιορίζονται σήμερα σε μια απλή ηθική τελείωση του ανθρώπου ή σε μια εξωτερικά «τακτοποιημένη ζωή»( επαγγελματική σταδιοδρομία, υπέρ-απόκτηση υλικών αγαθών, οικογενειακή αποκατάσταση)ή ακόμα παραπέρα και από την πλευρά των ανατολικών θρησκευμάτων σε ένα αόριστο «σβήσιμο» του Εγώ μέσα σε ένα επίσης αόριστο Καθολικό Είναι και μια μίζερη ελπίδα μετενσαρκώσεως(βλ. Ινδουισμός, Βουδισμός κ.α), ο λόγος για τη θέωση ως απώτατος σκοπός του ανθρώπου ακούγεται τόσο ριζοσπαστικός όσο και ανέφικτος τελικά για τους περισσότερους από μας.
Ο άνθρωπος πλάστηκε κατ’ εικόνα Θεού και καθ’ ομοίωσιν. Το «κατ’ εικόνα» αναφέρεται σε όλα εκείνα τα πνευματικά χαρακτηριστικά που τον καθιστούν λογικό και συγγενικό ον με το Θεό, όπως είναι το αυτεξούσιο, η ελευθερία της βούλησης και ο νους και το «καθ’ ομοίωσιν» η δυνατότητα που μπορεί να προσφερθεί στον άνθρωπο μέσα από τη συνεργία αυτεξουσίου και Θείας Χάρης ώστε να γίνει κατά χάριν Θεός( κατ’ ουσίαν είναι αδύνατον λόγω της οντολογικής διάκρισης κτιστού και ακτίστου). Οι Πατέρες στην περιγραφή και στον ορισμό του ανθρώπινου γένους χρησιμοποίησαν όλη τη παραδεδομένη ορολογία από την αρχαία ελληνική φιλοσοφία σχετικά με βασικές έννοιες όπως ψυχή, σώμα, υπόσταση, ουσία κτλ, άλλοτε διατηρώντας την αρχική σημασία  τους και άλλοτε δίνοντας ένα εντελώς νέο και άκρως επαναστατικό περιεχόμενο.
Ο άνθρωπος αποτελεί ψυχοσωματική οντότητα. Είναι αδιανόητη κάθε ιεραρχική ή ποιοτική επικράτηση του ενός στοιχείου έναντι του άλλου. Στο κατ’ εικόνα Θεού του ανθρώπου, οι Πατέρες εντόπιζαν την ψυχή και το νου κυρίως.
Η ψυχή ζωοποιεί, διαπερνά μα και κινεί το σώμα αλλά και το σώμα είναι αυτό που πράττει τελικώς τα της ψυχής και είναι εκείνο στο οποίο αποτυπώνεται η μοναδικότητα της μορφής του κάθε ανθρώπου. Έτσι λοιπόν το σώμα στην Ορθόδοξη διδασκαλία δεν θεωρείται πλέον «τάφος της ψυχής», ούτε κατώτερο στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης που θα πρέπει να περιφρονηθεί ή να υποτιμηθεί στα πλαίσια μιας διαρχικής ερμηνευτικής. . Για το Μ.Βασίλειο όταν το σώμα υποτάσσεται στο «φρόνημα» του Πνεύματος, μεταμορφώνεται σε ναό του ζωντανού Θεού ή αλλιώς όπως αναφέρεται στην Κ.Διαθήκη σε «ναό του Αγ.Πνεύματος» , ενώ όταν το κυβερνά το φρόνημα της σάρκας γίνεται πραγματική κόλαση και δεσμωτήριο ψυχής. Άλλωστε η στενή συνάφεια ψυχής και σώματος και κατ’ επέκταση η καταξίωση του σώματος φαίνεται καθαρά στο γεγονός ότι ο Θεός για να σώσει τον άνθρωπο προσέλαβε ολόκληρη την ανθρώπινη φύση ,έγινε καθ’ όλα πραγματικός Άνθρωπος. Τίποτα δε μένει εκτός της σωτηρίας, όλα τα μέρη του ανθρώπου( σώμα, ψυχή, νους) μπορούν να θεωθούν και να μεταμορφωθούν και σύμπασα η κτίση βέβαια. Ακόμα, σε αντίθεση με τις θύραθεν αντιλήψεις για τη σωτηρία, η ζωή του ανθρώπου εν Χριστώ, δεν αφορά λίγα εκλεκτά πνεύματα ούτε αποτελεί ψυχολογικό επίτευγμα αλλά απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους ανεξαρτήτως φύλου, κοινωνικής θέσης ή καταγωγής ( διδασκαλία Απ.Παύλου).




                                Η αμαρτία, τα πάθη και η θεραπεία.

Η έννοια της αμαρτίας στην ορθόδοξη πνευματικότητα έχει ιδιαίτερη σημασία για το θέμα που εξετάζουμε και εντάσσεται στη γενικότερη ανθρωπολογική θεώρηση.
Ας δούμε όμως κατ’ αρχήν τι δεν είναι αμαρτία.. Η αμαρτία δεν νοείται ηθικά παρά μόνο οντολογικά. Ο υπερτονισμός της εξωτερικής και πολλές φορές υποκριτικής ηθικής( πουριτανισμός) προήλθε από τη χρησιμοποίηση δικανικών όρων και εννοιών στην περιγραφή των σχέσεων Θεού και ανθρώπου ( διδασκαλία Ι. Αυγουστίνου, Άνσελμου Καντερβουρίας, Λούθηρος) και επικράτησε σε όλη σχεδόν τη Δυτική Χριστιανοσύνη επηρεάζοντας πτυχές της κοινωνικής ζωής χωρίς να είναι πάντα εύκολα διακριτός. Η νίκη κατά της αμαρτίας περιορίστηκε σε μια επιφανειακή τακτοποίηση ενόχων πράξεων που διασαλεύουν την θειική τάξη και προσβάλλουν την ουσία του Θεού!! Ο Θεός όμως δεν προσβάλλεται από τίποτα και μόνο ο άνθρωπος, ο «κατά Χάριν Θεός», γεύεται τις συνέπειες της αμαρτίας. Σε καμία περίπτωση ο Θεός δε μας περιμένει στη γωνία για να μας τιμωρήσει σε κάθε σαρκικό ή πνευματικό μας ατόπημα. Αυτό θα καταργούσε άλλωστε την έννοια της ελευθερίας και αν σε κάτι είναι αυστηρός ο Θεός είναι σίγουρα η διαφύλαξη της ανθρώπινης ελευθερίας( γιατί μόνο ένα πραγματικά ελεύθερο ον μπορεί να πετύχει τη θέωση). Η αμαρτία σα μολυσματικό παράσιτο του έσω ανθρώπου είναι επίκτητη και δεν θεωρείται μόνιμη κατάσταση, όπως και κατ’ επέκταση το Κακό το ίδιο στερείται ουσίας.
Αμαρτία λοιπόν κατ’ εξοχήν σημαίνει «αστοχία». Και ποιος είναι ο πραγματικός, εσχατολογικός στόχος του ανθρώπου; Μα φυσικά η θέωση! Σε αυτό το σημείο όλα γίνονται πιο ξεκάθαρα. Με αυτή την προοπτική, ο άνθρωπος δε παλεύει σε όλη του τη ζωή με τα πάθη του για να θεωρείται από τους υπόλοιπους ανθρώπους απλά ένας ακόμα ηθικός και κατά κόσμον σωστός άνθρωπος. Ο πόλεμος ενάντια στην αμαρτία είναι ουσιαστικά η συνεχής και αδιάλειπτη μάχη κατά των φθοροποιών παθών. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μελέτησαν ενδελεχώς τα ανθρώπινα πάθη, τη λειτουργία τους και τα είδη τους(σε βαθμό αξιοζήλευτο έναντι της σύγχρονης ψυχολογίας και ψυχιατρικής) και παρουσίασαν ψυχοθεραπευτικές λύσεις που ξεριζώνουν το πάθος και την αιτία του οριστικά από τα σκοτεινά δώματα της ανθρώπινης ψυχής.
Για να πάρουμε τα πράματα από την αρχή, ο άνθρωπος εκτός από τις αρετές που αποκτά κατά τη διάρκεια του επίγειου αγώνα και με τη Χάρη του Θεού, έχει και κάποιες φυσικές αρετές (σωφρονήση, θάρρος, φυσικά ταλέντα ), οι οποίες σε πολλές των περιπτώσεων, αν δεν αξιοποιηθούν σωστά μπορεί να λειτουργήσουν αρνητικά και να αποβούν βλαβερές. Οι αρετές αυτές διακρίνονται πάλι σε σωματικές και ψυχικές όπως και τα πάθη αντίστοιχα. Τα πάθη από την άλλη, δεν ανήκουν στη φύση του ανθρώπου αλλά είναι αυτά που δημιουργούν την παρά φύση κατάσταση. Άλλωστε και το Κακό, όπως είπαμε και παραπάνω, στερείται ουσίας είναι μη ον και επικρατεί μόνο κατά την απουσία του αγαθού( όπως το σκοτάδι επικρατεί όπου δεν υπάρχει προσωρινά φως). Και το αγαθό απουσιάζει μόνο όταν το επιθυμεί το ανθρώπινο αυτεξούσιο.
Το πάθος αν και έχει συνδεθεί με έναν τρόπο ηθικιστικό με το ανθρώπινο σώμα, ωστόσο ξεκινά κατ’ αρχήν με την αιχμαλωσία του νου και τη συνεχή υποταγή όλων των ψυχικών δυνάμεων ώσπου να καταλάβει ολοκληρωτικά την ανθρώπινη ψυχή ( τις περισσότερες φορές χωρίς να το υποψιαστούμε καν).
Άρα λοιπόν τα πάθη δε ταυτίζονται με τις αμαρτίες, αλλά είναι εν δυνάμει αμαρτίες, αμαρτωλές ψυχικές καταστάσεις που αν δε προσέξουμε μπορεί να ενεργοποιηθούν με την πρώτη  ευκαιρία. Σε αντίθεση με τις διάφορες κοσμικές ψυχαναλυτικές θεωρίες και πρακτικές η Ορθόδοξη ανθρωπολογία επιμένει πολύ κατ’ αρχήν στην ελευθερία του ανθρωπίνου προσώπου και κατά δεύτερον στην ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία του, ώστε να εφαρμόζεται κάθε φορά συγκεκριμένη θεραπευτική μέθοδος. Η κοσμική ψυχανάλυση( Φρόιντ) δέχεται μόνο δύο μεγάλες ροπές-δύο μεγάλες κατηγορίες- που καθορίζουν όλη τη ψυχική ζωή του ανθρώπου, τις σεξουαλικές και επιθετικές στάσεις με αποτέλεσμα να περιορίζουν σχεδόν μοιρολατρικά και «λουθηρανικά» τις άποιρες δυνατότητες εξέλιξης του ανθρωπίνου προσώπου. Άλλωστε οι Πατέρες πολλές φορές επισημαίνουν και τη σύνδεση ψυχικών ασθενειών και σωματικών συμπτωμάτων και συνιστούν σε πολλές των περιπτώσεων και φαρμακευτική αγωγή. Βλέπουμε δηλαδή συνεχώς στη διδασκαλία τους το ενιαίο και πολύπλοκο της ανθρώπινης φύσης. Υπάρχει όμως τέλος και το θετικό πάθος, αυτό που ονομάζουν οι Πατέρες «υπέρ φύσιν».
Υπέρ φύσιν πάθος είναι η συνεχής πορεία προς τη θέωση, ενώ  παρά φύσιν η συνεχής έκπτωση στο μη ον. Και τελικά η αρετή δεν είναι αυτοσκοπός  παρά το μέσον.


                                                      ΣΕ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ…..

Στις σύγχρονες κοινωνίες όπου η μύηση σε κάποιο ανατολικό θρήσκευμα ή η επιφανειακή άσκηση ψυχοσωματικών πρακτικών (βλ. γιόγκα) χωρίς τη βαθύτερη σύνδεση τους στο πνευματικό επίπεδο, έχει γίνει πλέον του συρμού, είναι απαραίτητο νομίζω να δοθεί ένα γενικό πλάνο σχετικά με την υποτιμητική θέση του ανθρωπίνου προσώπου στο γενικό ανατολικό κοσμοείδωλο.
Στον Ινδουισμό ειδικότερα, η θεωρία του κάρμα με μια δεύτερη και πιο προσεκτική ματιά αποκαλύπτει τον πραγματικό σκοπό γένεσης της που δεν είναι  παρά μόνο κοινωνικοπολιτικός και διόλου μεταφυσικός. Ο άνθρωπος μιας κατώτερης κοινωνικής τάξης δε μπορεί και δεν επιτρέπεται να ανέβει βαθμίδα ή να βελτιώσει όσο μπορεί τη θέση του στο κοινωνικό σύνολο, διότι το κάρμα του (το σύνολο των θετικών ή αρνητικών πράξεων του σε μια άλλη ζωή) είναι αυτό που τελικά ορίζει και καθορίζει τη μοίρα του. Ο ευγενής θα είναι ευγενής και ο ίδιος και οι απόγονοι του και σε αυτήν και στην επόμενη ζωή και το ίδιο ισχύει και για τον απλό λαό. Καμιά κινητικότητα από βαθμίδα σε βαθμίδα, καμιά επανάσταση, καμιά κοινωνική δυναμική. Επιπλέον, η θεωρία της μετενσάρκωσης έρχεται να υποβαθμίσει ακόμα περισσότερο την αξία του ανθρωπίνου προσώπου( σώμα και ψυχή) εφόσον το σώμα δεν αποτελεί μόνιμο και μοναδικό στοιχείο της ανθρώπινης ταυτότητας ,διότι μπορεί να αλλάζει σε κάθε νέα ζωή.
Ο άνθρωπος μεταθέτει συνεχώς την ευθύνη του γι’ αυτή τη ζωή σε μια άλλη, δεν ορίζει τη μοίρα του και σύνολη η  ύπαρξη σχετικοποιείται και σβήνει όταν στη κατάσταση της Νιρβάνας(Βουδισμός) το ατομικό Εγώ(Άτμαν) χάνεται μέσα στον ωκεανό του Υπερεγώ(Βράχμαν).!
Για το Χριστιανισμό όμως τα πράγματα είναι σαφή και ξεκάθαρα. Μοναδικό το ανθρώπινο πρόσωπο που υποστασιοποιείται στην υπέρλογη ένωση ψυχής και σώματος( όπως στην ενανθρώπιση του Ιησού Χριστού), μοναδική και ανεπανάληπτη η επίγεια ζωή του, υπεύθυνη και δυναμική. Ακόμα και στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, και αυτό είναι άξιο αναφοράς, όπου υπήρχαν παρόμοιες θέσεις για αιωνιότητα του κόσμου και προΰπαρξη των ψυχών, το ανθρώπινο πρόσωπο δεν υποτιμήθηκε ποτέ. Και αυτό είναι ένας από τους λόγους που η σύμμειξη των δύο αυτών κόσμων( Ελληνικού και Χριστιανικού) έδωσε τόσο υψηλά δείγματα πολιτισμού. Και ακόμα αυτό το στοιχείο της μοναδικότητας του ανθρωπίνου προσώπου είναι αυτό που ενοχλεί τελικά τόσο πολύ κατά καιρούς την ισοπεδωτική, συγκεντρωτική και μιλιταριστική προέλαση του Δυτικού  Πολιτισμού και  της Νέας Τάξης Πραγμάτων.   




                                       ΒΙΟΗΘΙΚΕΣ ΠΡΟΕΚΤΑΣΕΙΣ

Στο πνεύμα μιας μηδενιστικής εποχής που αντιλαμβάνεται πλέον τον άνθρωπο ως αναλώσιμο ον και του προβάλλει συνεχώς ένα μηχανιστικό τρόπο ζωής, κινείται και το πολυσυζητημένο πια θέμα της καύσης των νεκρών.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει πάρει ξεκάθαρη θέση απέναντι στο θέμα αυτό και μόνο με την ανθρωπολογία της όπως την είδαμε παραπάνω. Η δήθεν πρακτική σημασία που αποδίδεται στη καύση των νεκρών, το θέμα της εξοικονόμησης χώρου και η ελευθερία του να επιλέγει κανείς που θα καταλήξει το σώμα του μετά θάνατον, είναι ουσιαστικά υποκριτικές προφάσεις μιας κοινωνίας που δεν ενδιαφέρθηκε όταν έπρεπε για τη ζωή και την υγεία των ζωντανών μελών της, και με περίσσια φυγοπονία μπροστά στις πιο οριακές καταστάσεις της ζωής επιλέγει τελικά τη λύση του στρουθοκαμηλισμού.
Το ανθρώπινο σώμα, κατά την Ορθόδοξη Εκκλησία συνεχίζει και μετά θάνατον να φανερώνει το «κατ’εικόνα» Θεού στον άνθρωπο και αποτελεί σεβαστό λείψανο της κάθε ανθρώπινης ύπαρξης. Την Ορθοδοξία δεν ενδιαφέρει το σχολαστικό θέμα που προβάλλουν πολλοί για το πώς θα γίνει η ανάσταση των σωμάτων που έχουν αποτεφρωθεί. Δεν είναι εκεί το θέμα, αλλά με ποια λογική μια κοινωνία αποποιείται το πανανθρώπινο δικαίωμα να φροντίζει για τους νεκρούς της. Σε κάθε εποχή από την αρχή ακόμα της εμφάνισης του ανθρωπίνου είδους, η ταφή των νεκρών περιελάμβανε μια ολόκληρη τελετουργία με απόδοση τιμών και σεβασμού στο πρόσωπο που απέθνησκε και δεν υπάρχει καμία ιστορική βάση στο επιχείρημα ,που ακούμε συχνά, για την επικράτηση της καύσης των νεκρών στην αρχαιότητα. Συγκεκριμένα, όπου και για όσο διάστημα επικράτησε, εφαρμόστηκε μερική καύση ενώ τα εναπομείναντα οστά θάβονταν κανονικά με τη προβλεπόμενη διαδικασία.
Για την Ορθόδοξη Εκκλησία, όπου ο άνθρωπος είναι ένα λογικό όν που πορεύεται συνεχώς στη θέωση, η καύση των νεκρών παρεμποδίζει ακόμα και την αναγνώριση εκείνων των ανθρώπινων λειψάνων που φανερώνουν μέσα από την αφθαρσία τους, ακόμα και στη σύγχρονη εκκοσμικευμένη εποχή μας, την τυχόν αγιότητα του βίου τους. Παραβλέπεται ,όμως από την άλλη, ακόμα και η βασική ψυχολογική ανάγκη του ανθρώπου που έχει χάσει αγαπημένα πρόσωπα να φροντίζει γι αυτά και να έχει ένα χώρο ως σημείο αναφοράς. Άλλωστε η λέξη «μνήμα» που παραπέμπει; Δε παραπέμπει στη μνήμη, στη συνεχής ανάμνηση του θανάτου όχι βέβαια με μακάβρια απαισιόδοξη διάθεση αλλά με συνειδητοποιημένη αποδοχή της τραγικής ανθρώπινης μοίρας. 
Αυτό που τελικά όμως είναι περισσότερο τραγικό απ’ όλα, δεν είναι η τυχόν επικράτηση της καύσης των νεκρών, αλλά η ίδια η κοινωνία μας. Μια κοινωνία που δεν αντέχει πλέον τον άνθρωπο στις τραγικές  καταστάσεις του( στην ασθένεια, στο θάνατο, στην αδυναμία) και προτιμά να καταφεύγει στη καύση, στην ευθανασία, στο να «αλλάζει κανάλια» και να  κρύβει το πρόσωπο της μπροστά στην πείνα, στον πόλεμο και στη τραγωδία και τελικά να βυθίζεται  στη λήθη…



                                       ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Οι Πατέρες της Εκκλησίας και η διδασκαλία τους, είναι σήμερα πιο επίκαιροι από ποτέ, διότι ανεξαιρέτως τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, είδαν και προ-είδαν βαθιά στην ανθρώπινη ψυχή. Οι βασικές ανθρώπινες ανάγκες με ελάχιστες αλλαγές παραμένουν ίδιες και τα ίδια κοινωνικά προβλήματα που ταλάνιζαν την εποχή τους συνεχίζουν με νέα πλέον μορφή(και σίγουρα πιο ανεπτυγμένα) να ταλανίζουν και την δική μας. Η μελέτη του πατερικού λόγου, η ερμηνευτική και μετα-ερμηνευτική προσέγγιση του καθίσταται επιτακτική ανάγκη για τους πνευματικούς ταγούς αλλά και για όλους εμάς. Η δε πρακτική εφαρμογή του( όσο και αν φαντάζει ουτοπία) θα έδινε λύσεις ,έστω και προσωρινές, σε ένα σημαντικό κομμάτι του κοινωνικού συνόλου.
  
Εύη Τανούδη

                                
                            ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

-Χριστιανική Ηθική, Γεωργίου Μ.Μαντζαρίδη, Εκδ. Π. Πουρναρά
-Μ.Βασιλείου, «Εις Εξαήμερον».
-Μ.Αθανασίου, «Λόγος περί της Ενανθρωπήσεως του Λόγου».
-Γρ.Νύσσης, «Ομιλία εις τον άνθρωπο».
-Δημητρίου Γ.Τσάμη, «Εισαγωγή στη σκέψη των Πατέρων της Ορθόδοξης Εκκλησίας».
-www.oodegr.com(Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας).
-Μ.Βασιλείου, «Όροι κατά πλάτος», «Εις το πρόσεχε σεαυτώ».
-Φρίντιχ Νίτσε, Άπαντα- «Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα» Εκδ. Βάνιας.
-Ν.Καζαντζάκης, «Αναφορά στο Γκρέκο».
-π. Φιλόθεος Φάρος, «Ο μύθος της ψυχικής νόσου», Εκδ. Αρμός.
-www.myriobiblos.gr/κείμενα/ταφή ή καύση των νεκρών.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου